Δύση εναντίον Ανατολής

Κλασσικό

Με την «ευκαιρία» του πολέμου της Ουκρανίας, ξαναρχίσαμε πάλι να συζητάμε για σύγκρουση Δύσης-Ανατολής. Η ικανότητα επιβίωσης αυτής της ιδέας είναι εντυπωσιακή: εκεί που νομίζουμε ότι έχει ξεχαστεί, ξαναεμφανίζεται, είτε με νέο είτε με παλιό νόημα – είτε με έναν συνδυασμό των δύο. Κι αυτό, ακόμα και πολλούς αιώνες αφού έχει επιβεβαιωθεί ότι η Γη είναι στρογγυλή, επομένως δεν υπάρχει πραγματική Ανατολή ή Δύση. Σε αντίθεση με τον διαχωρισμό Βορρά-Νότου, ο οποίος έχει να κάνει με τους πόλους, η σχέση Ανατολή-Δύση πάντα αλλάζει ανάλογα με την τοποθεσία: αν κάποιος βρίσκεται στη Χαβάη, η Άπω Ανατολή είναι Δύση, ενώ το αμερικάνικο Φαρ Γουέστ είναι Ανατολή.

Κανείς βέβαια από όσους μιλάνε για Ανατολή και Δύση δεν ακολουθεί την άποψη της.. Χαβάης. Αν ζητηθεί από τους Αμερικάνους να κατατάξουν τη Ρωσία, την Κίνα και τη Βρετανία σε αυτό το δίπολο, το πιο πιθανό είναι να τοποθετήσουν τις δύο πρώτες στην Ανατολή και την τελευταία στη Δύση – παρόλο που σε σχέση με την Αμερική, βρίσκονται στις ακριβώς αντίθετες κατευθύνσεις. Και βέβαια, τη δική τους χώρα θα την κατατάξουν στη Δύση. Στην ουσία, αυτό που κάνει την Αμερική δυτική, δεν είναι η γεωγραφική της θέση, αλλά μια παραδοσιακή ευρωκεντρική αντίληψη: είναι Δύση, επειδή εποικίστηκε από Δυτικοευρωπαίους.

Ποιο είναι όμως το όριο ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή; Θα μπορούσαμε πρόχειρα να μετρήσουμε τους εξής «παραδοσιακούς» διαχωρισμούς, που θεωρήθηκαν ή θεωρούνται περίπου ταυτόσημοι με αυτόν Δύσης-Ανατολής:

  1. Ευρώπη-Ασία. Είναι δημοφιλής ιδιαίτερα σε όσους αρέσει να βλέπουν την Ελλάδα ως την κοιτίδα και σύνορο της Δύσης ταυτόχρονα. Οι οπαδοί αυτής της άποψης βλέπουν συχνά κάτι διαχρονικό σ’ αυτό: από την απώθηση των Ασιατών Ανατολιτών Περσών από τους αρχαίους Έλληνες, μέχρι τον σημερινό ρόλο της Ελλάδας ως χώρας-φύλακα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  2. Χριστιανοσύνη-Ισλάμ. Είναι κάπως αντιφατικό, από τη στιγμή που ο Χριστιανισμός είναι θρησκεία με προέλευση από τη «Μέση Ανατολή» όπως και το Ισλάμ, και έχει μεταφέρει πολιτισμικά στοιχεία αυτής της περιοχής στην Ευρώπη. Παρόλα αυτά, και αυτή η άποψη είναι αρκετά δημοφιλής, ιδιαίτερα με την αυξανόμενη ισλαμοφοβία από την 11η Σεπτεμβρίου 2001 κι έπειτα.
  3. Δυτική-Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Μπορεί να μην είναι το πρώτο που θα σκεφτεί κάποιος σήμερα, είναι όμως ένας διαχωρισμός με πολύ βαθιές ρίζες που επιβιώνει με έμμεσους τρόπους. Ο πιο προφανής είναι ότι αντιστοιχεί περίπου στο σύνορο Καθολικισμού-Ορθοδοξίας. Έτσι, η Δύση τελειώνει στην Κροατία και στην Πολωνία, ενώ Σερβία, Ελλάδα και Ρουμανία ανήκουν στην Ανατολή. Στην ουσία, μια παρόμοια αντίληψη βρίσκουμε και στον Σάμιουελ Χάντιγκτον (για το όριο του «δυτικού πολιτισμικού κύκλου»), αλλά και στα δικά μας στον Δημήτρη Κιτσίκη (όριο Δύσης-«Ενδιάμεσης Περιοχής»)
  4. ΝΑΤΟ-Σύμφωνο Βαρσοβίας. Είναι ο πιο πρόσφατος διαχωρισμός και μέχρι πρόσφατα ο πιο ισχυρός. Με αυτή τη λογική, η Δρέσδη ανήκε στην Ανατολή, ενώ το Ντιγιάρμπακιρ στη Δύση. Μπορεί το Σύμφωνο της Βαρσοβίας να μην υπάρχει πια, η διαχωριστική γραμμή Δύσης και «ανατολικού μπλοκ» ήταν όμως τόσο σκληρή, ώστε να παραμένει εντυπωσιακά ανθεκτική στο μυαλό των ανθρώπων ακόμα και πάνω από τρεις δεκαετίες μετά.

Στις συζητήσεις περί «Νέου Ψυχρού Πολέμου», που ζωντάνεψαν πάλι με τον πόλεμο της Ουκρανίας, γίνεται ένας συνδυασμός όλων αυτών των παραδοσιακών αντιλήψεων – λιγότερο της δεύτερης, που δεν ταιριάζει τόσο πολύ στην κατάσταση πλέον, αφού η Ρωσία ως προσωποποίηση της «κακής» Ανατολής είναι χώρα πολύ περισσότερο χριστιανική παρά μουσουλμανική. Οι άλλες τρεις όμως, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να την τοποθετήσουν στο ανατολικό στρατόπεδο, λιγότερο ή περισσότερο εύστοχα. Ταυτόχρονα βέβαια, καμία δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί απόλυτα: μεγάλο μέρος της Ρωσίας είναι ευρωπαϊκό, ενώ η Δύση (θα ήθελε να) μετράει στο δικό της στρατόπεδο ως συμμάχους ενάντια στη Ρωσία και τις ορθόδοξες «ανατολικο-ρωμαϊκές» Ελλάδα και Βουλγαρία, το ασιατικό Ισραήλ, ή την πρώην ανατολική Πολωνία.

Οι παραδοσιακές αντιλήψεις επομένως χρησιμεύουν περισσότερο για να δίνουν «υποσυνείδητα» την εικόνα του που ανήκει μια χώρα, παρά για να δικαιολογηθεί ανοιχτά ο διαχωρισμός. Αν υπάρχει μια πιο επίσημη δικαιολόγηση, αυτή κινείται περισσότερο στην κατεύθυνση του πολιτικού συστήματος. Έτσι, τα αυταρχικά κράτη της Ρωσίας, της Κίνας ή του Ιράν ανήκουν στην Ανατολή, ενώ η Ουκρανία παρουσιάζεται ως η χώρα που τουλάχιστον προσπαθεί να εφαρμόσει ένα δυτικό σύστημα κοινοβουλευτικής εναλλαγής στην εξουσία – και να το υπερασπιστεί απέναντι στον ρωσικό αυταρχισμό. Σε αυτή τη λογική ταιριάζει και η πιο ουδέτερη στάση της Τουρκίας και της Ουγγαρίας, που μπορεί κάποιος να τη συνδέσει και με την αυταρχική τους στροφή.

Εδώ βέβαια θα μπορούσε κάποιος να παρατηρήσει ότι δεν είναι και τόσο έξυπνο από τη μεριά της Δύσης να ταυτίζει τον εαυτό της με ένα πολιτικό σύστημα που τις τελευταίες δεκαετίες σταθερά χάνει σε αξιοπιστία – και πείθει όλο και λιγότερο ακόμα και τους ίδιους τους πολίτες της ότι είναι πραγματικά δημοκρατικό, αν κρίνουμε από τα ποσοστά αποχής στις εκλογές. Επίσης, η στροφή στον αυταρχισμό είναι κάτι που παρατηρείται και στις δυτικές χώρες: και όχι με μόνους υπεύθυνους τους εκπρόσωπους του δεξιόστροφου «λαϊκισμού», αλλά ακόμα κι αυτούς που (υποτίθεται ότι) έχουν σκοπό να τον πολεμήσουν (βλέπε π.χ. Μακρόν). Εξάλλου, στις πιο εχθρικές απέναντι στη Ρωσία χώρες, ανήκει και η Πολωνία, η οποία συγκαταλέγεται ταυτόχρονα και στις χώρες της «αυταρχικής στροφής».

Ίσως αντί να ψάχνουμε (πάλι) για τέτοιου είδους αντιθέσεις Δύσης-Ανατολής, να ήταν καλύτερο να αναγνωρίσουμε ότι, σε εποχές ιδεολογικής παρακμής, οι αντιθέσεις έχουν όλο και λιγότερο ιδεολογικό χαρακτήρα. Μπορεί να το δούμε απλά ως σύγκρουση ανάμεσα σε γεωπολιτικές συμμαχίες, οι οποίες δεν είναι μάλιστα καθόλου συμπαγείς. Στην Ελλάδα και στην Κύπρο, πολλοί είναι υπερπρόθυμοι να μας εντάξουν στη μια συμμαχία (πάντα ήταν, αλλά ποτέ δεν ήταν ο αντίλογος τόσο αδύναμος όσο σήμερα). Αυτό είναι βέβαια κάτι που πρέπει να συζητηθεί. Αλλά σε αυτήν τη συζήτηση, μάλλον δεν είναι χρήσιμο να μπλέκουμε εικόνες απαράλλακτης και διαχρονικής «Δύσης» ή «Ανατολής».

Αν όντως βαίνουμε προς έναν Νέο Ψυχρό Πόλεμο, το πράγμα είναι πολύ σοβαρό. Στην ουσία, η μόνη επιλογή που δίνεται σε χώρες όπως η Ελλάδα ή η Κύπρος, είναι ανάμεσα στην άνευ όρων ένταξη στη γεωπολιτική συμμαχία της «Δύσης» και στην ουδετερότητα (κανείς δεν υποστηρίζει σοβαρά την ένταξη σε κάποια «Ανατολή»). Βλέπουμε εξάλλου και τα παραδείγματα γειτονικών χωρών που προσπαθούν να πειραματιστούν με την ουδετερότητα, όπως η Τουρκία, ενδεχομένως και η Σερβία. Είναι βέβαια μια εποχή που αυτή η ιδέα δεν ζει και τις καλύτερές της στιγμές: ποιος θα το φανταζόταν πριν κάποια χρόνια ότι θα φτάναμε στο σημείο η Σουηδία να σκέφτεται σοβαρά να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ; Παρ’ όλα αυτά, η συζήτηση πρέπει να γίνει και μάλιστα δημόσια, γιατί όλοι θα υποστούμε τις συνέπειες της μιας ή της άλλης επιλογής. Δεν μπορούμε να αφεθούμε πάλι στην τύχη ή τη συνήθεια.

Ντανιελ Καν: μια ιδιαίτερη εβραϊκή φωνή

Κλασσικό

Το θέμα αυτού του άρθρου είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες σύγχρονους τραγουδοποιούς, ο οποίος είναι μάλλον άγνωστος στο ελληνόφωνο κοινό. Μπορεί να μην υπάρχει κάποια άμεση σχέση με την Ανατολική Μεσόγειο, θα μπορούσε όμως κάποιος να ισχυριστεί ότι υπάρχει μια έμμεση σύνδεση, αφού ο Καν αναφέρεται στα τραγούδια του πολύ στην εβραϊκή ταυτότητα και κατ’ επέκταση συχνά και στο θέμα του σιωνισμού.

Ο Ντάνιελ Καν είναι Εβραίος Ασκενάζι, γεννημένος στο Ντιτρόιτ των ΗΠΑ. Το συγκρότημά του Painted Bird έχει όμως την έδρα του στο Βερολίνο – κάτι που μοιάζει να έχει μην είναι τυχαίο.  Η μουσική παράδοση στην οποία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό είναι τα κλέζμερ: τραγούδια των Εβραίων Ασκενάζι της Ανατολικής Ευρώπης. Συνεργάζεται με συγκροτήματα από το Ισραήλ αλλά και με Εβραίους της Ρωσίας, όπως ο Ψόυ Κορολένκο. Μια τέτοια συνεργασία  είναι η  «Unternationale» (ας πούμε η Υποεθνής): ο τίτλος είναι από μόνος του χαρακτηριστικός για τον τρόπο σκέψης του Καν.

Ένα τραγούδι πολύ ενδεικτικό για το πνεύμα αυτής της συνεργασίας (και ίσως ένα από το πιο δυνατά τραγούδια που έχει γράψει ο Καν) είναι το «Dumay!  Think!  Думай!». Εδώ ο Καν παίζει με τον παραδοσιακό εβραϊκό θρησκευτικό σκοπό «Ντουνάι» και τη ρώσικη λέξη «Ντουμάι» που σημαίνει «Σκέψου». Το τραγούδι ξεκινάει με λίγες φράσεις στα εβραϊκά, συνεχίζεται με στίχους στα γίντις*, στα αγγλικά και στα ρώσικα, για να τελειώσει πάλι στα γίντις. Αναφέρεται στο σιωνισμό και το κράτος του Ισραήλ, χωρίς να παίρνει ξεκάθαρη θέση. Ο Καν έχει πει ότι αυτό το τραγούδι πετάει με δύο φτερά, ένα αριστερό κι ένα δεξιό – προφανώς εννοεί ότι θα μπορούσε κάποιος να το ερμηνεύσει και ως αντισιωνιστικό και ως σιωνιστικό. Αυτός ο διφορούμενος χαρακτήρας των στίχων δίνει ίσως και το βαθύτερο μήνυμα του τραγουδιού.

Άλλο τραγούδι από την ίδια συνεργασία είναι το «Ekh Lyuli Lyuli – Эх Люли Люли». Το βασικό κείμενο είναι στα γίντις και πρόκειται για ένα παλιό τραγούδι των Εβραίων της Ρωσίας που είχαν καταταχθεί στο στρατό του Τσάρου. Ενσωματώνεται όμως και μια απαγγελία του Ψόυ Κορολένκο στα ρώσικα, με πιο σύγχρονες πολιτικές αναφορές (τη μετάφραση των στίχων στα αγγλικά μπορεί κάποιος να τη διαβάσει εδώ).

Ένα καθαρά αντισιωνιστικό τραγούδι είναι το «Oy Ir Narishe Tsienistn – Oh You Foolish Little Zionists». Πρόκειται για παλιό εβραϊκό τραγούδι από τη σοβιετική περίοδο, που προφανώς εκφράζει και την κρατική πολιτική της εποχής. Ο Καν και ο Κορολένκο το τραγουδάνε στα γίντις, στα αγγλικά και στα ρώσικα. Το συμπεριλαμβάνουν στην Unternationale μαζί με σιωνιστικά τραγούδια, μάλλον για να δείξουν την ποικιλία απόψεων που υπήρχε μέσα στις εβραϊκές κοινότητες σχετικά με αυτό το θέμα.

Λιγότερο σχετικό με την εβραϊκότητα, αλλά ιδιαίτερα συγκινητικό για όποιον έχει ζήσει στο Βερολίνο στη χρονική περίοδο μετά την πτώση του Τείχους, είναι το τραγούδι «Good old bad old days». Ο ίδιος ο Καν το περιγράφει σαν μια «οσταλγική μπαλάντα για το Βερολίνο, για τη χαμένη αγάπη ανάμεσα στον κόσμο και το σοσιαλισμό» («οσταλγία» είναι ο όρος που χρησιμοποιείται στη Γερμανία για να περιγράψει τη νοσταλγία των Ανατολικογερμανών για την εποχή πριν την πτώση του Τείχους). Ο Καν πάντως κάνει και μια μικρή αναφορά στο εβραϊκό παρελθόν, που αν την έκανε κάποιος μη Εβραίος μάλλον θα τη θεωρούσαν προκλητική: so don’t look for a final solution here in Berlin, for capitalist prostitution it comes from within.

Πολύ επίκαιρο είναι το τραγούδι «Inner Emigration», το οποίο περιέχει και μια μικρή αναφορά στην Κύπρο. ‘Οπως συνηθίζει, ο Καν χρησιμοποιεί αποσπάσματα του εβραϊκού πολιτισμού και της εβραϊκής ζωής για να κάνει παναθρώπινες αναφορές. Το τραγούδι διηγείται 3 ιστορίες: η πρώτη για ένα ζευγάρι Εβραίων στη Γερμανία την εποχή της ανόδου του Χίτλερ, η δεύτερη για έναν Εβραίο της Ουκρανίας που ετοιμάζεται να μεταναστεύσει στο Ισραήλ και η τρίτη για μια Εβραία του Ισραήλ που ερωτεύεται και παντρεύεται έναν Παλαιστίνιο. Ο Καν παίζει εδώ πάλι με τα αγαπημένα του θέματα της ταυτότητας και της μετανάστευσης.

Το τραγούδι «March of The Jobless Corps» είναι η αγγλική διασκευή ενός παλιού τραγουδιού στα γίντις σχετικά με την ανεργία την εποχή του οικονομικού κραχ στη Γερμανία. Ο Καν θέλει μάλλον μ’ αυτό να κάνει τη σύνδεση με την οικονομική κρίση του 2008 και την ανεργία που αυτή δημιούργησε. Στο βιντεοκλίπ χρησιμοποιεί πολλά εβραϊκά σύμβολα, μάλλον ως αναφορά στην εβραϊκή εργατική τάξη του μεσοπολέμου.

Από το ρεπερτόριο του Ντάνιελ Καν δεν λείπει και η διασκευή ενός ελληνικού τραγουδιού, του «Ολαρία Ολαρά» του Διονύση Σαββόπουλου.

Τελειώνω με το τραγούδι «The Jew In You», όπου ο Καν εκφράζει διάφορες σκέψεις σχετικά με τη σύγχρονη εβραϊκή ταυτότητα και τις πανανθρώπινες προεκτάσεις τις. Μάλλον ένα από τα πιο εμπνευσμένα που έχει γράψει.


*γίντις (Jiddisch): η γλώσσα που μιλούσαν οι Εβραίοι Ασκενάζι στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Αν και η ίδια η λέξη σημαίνει «Εβραϊκά», η γλώσσα είναι πολύ συγγενική με τα γερμανικά, με σλαβικές και σημιτικές επιρροές.